ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η Ανακοίνωση « Ένωση Δεξιοτήτων» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιεύτηκε στις 5 Μαρτίου 2025, προβάλλεται ως στρατηγική απάντηση σε αυτό που περιγράφεται ολοένα και συχνότερα ως πολυδιάστατη κρίση δεξιοτήτων, σε ένα παγκόσμιο...
moreΠΕΡΙΛΗΨΗ
Η Ανακοίνωση « Ένωση Δεξιοτήτων» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που δημοσιεύτηκε στις 5 Μαρτίου 2025, προβάλλεται ως στρατηγική απάντηση σε αυτό που περιγράφεται ολοένα και συχνότερα ως πολυδιάστατη κρίση δεξιοτήτων, σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον αυξανόμενης αβεβαιότητας, γεωπολιτικών εντάσεων, τεχνολογικών και περιβαλλοντικών μετασχηματισμών, αλλά και εντεινόμενων κοινωνικών ανισοτήτων. Στο πλαίσιο αυτό, η Ε.Ε., μέσω της συγκεκριμένης πρωτοβουλίας, φαίνεται να δίνει έμφαση κυρίως στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, προσεγγίζοντας τις πολιτικές εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης μέσα από το πρίσμα της εναρμόνισης των πολιτικών εκπαίδευσης και κατάρτισης με τις προτεραιότητες της οικονομίας, σε περιβάλλον οξυμένου διεθνούς ανταγωνισμού. Η παρούσα μελέτη εξετάζει κριτικά τους περιορισμούς της εν λόγω στρατηγικής, εστιάζοντας στην έμφαση που αποδίδεται στην οικονομική λειτουργία της εκπαίδευσης, συχνά εις βάρος της συμβολής της στην καλλιέργεια του κριτικού στοχασμού, την κοινωνική ένταξη και την ενίσχυση της δημοκρατικής συμμετοχής. Η πρωτοβουλία εστιάζει πρωτίστως στην έννοια της ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου, ως επενδυτική διαδικασία, προωθώντας τη στενή συσχέτιση των δεξιοτήτων μονομερώς με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Στο πλαίσιο αυτό, οι πολιτικές δεξιοτήτων εντάσσονται στο ευρύτερο στρατηγικό αφήγημα της Ε.Ε. για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ενισχύοντας την αντίληψη ότι η δια βίου μάθηση και η συνεχής ανάπτυξη δεξιοτήτων αποτελούν κρίσιμους μοχλούς παραγωγικότητας και καινοτομίας. Όμως, το τεχνοκρατικό και εργαλειακό πρίσμα που διατρέχει τη συγκρότηση των πολιτικών δεξιοτήτων της Ε.Ε., παρ’ όλες τις ρητορικές περί κοινωνικής δικαιοσύνης, ενδέχεται να ενισχύσει τις υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες, ιδίως όταν αγνοούνται οι διαφοροποιημένες ανάγκες και τα ιδιαίτερα κοινωνικο-οικονομικά χαρακτηριστικά των κρατών-μελών και των επιμέρους κοινωνικών ομάδων. Η μελέτη αναδεικνύει ότι η « Ένωση Δεξιοτήτων» αποτελεί ταυτόχρονα συνέχεια και μετεξέλιξη προηγούμενων πολιτικών της Ε.Ε., εισάγοντας νέες συγκεντρωτικές μορφές διακυβέρνησης οι οποίες ενδέχεται να εδραιώσουν περαιτέρω τη σύνδεση της εκπαίδευσης με τις μακροοικονομικές στρατηγικές καθώς και τον συγχρονισμό των εθνικών πολιτικών σε μία κοινή ευρωπαϊκή κατεύθυνση. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το καίριο ερώτημα είναι κατά πόσο η συγκεκριμένη πολιτική μπορεί να επανανοηματοδοτηθεί, ώστε να εξυπηρετεί όχι μόνο την ανταγωνιστικότητα, αλλά και τις συλλογικές κοινωνικές ανάγκες, τη δημοκρατκή ευημερία, την μείωση των ανισοτήτων και την ατομική αυτοπραγμάτωση. Εν κατακλείδι, η παρούσα μελέτη επιχειρεί να τονίσει την ανάγκη για μια νέα, ολιστική και ανθρωποκεντρική προσέγγιση των πολιτικών δεξιοτήτων, η οποία να ενσωματώνει τις αρχές της κοινωνικής δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της δημοκρατίας. Η εκπαίδευση δεν μπορεί να περιορίζεται σε έναν εργαλειακό ρόλο· οφείλει να παραμείνει, όπως έγραφε ο Paulo Freire, μια πράξη ελευθερίας, που προάγει την ενεργή συμμετοχή και την ουσιαστική κοινωνική πρόοδο.
ABSTRACT
The European Commission’s Union of Skills, published on March 5, 2025, is presented as a strategic response to what is increasingly described as a multidimensional skills crisis, within a global context marked by growing uncertainty, geopolitical tensions, technological and environmental transformations, and deepening social inequalities. Within this framework, the
EU appears to prioritize competitiveness by adopting an integrated approach to education, training, and employment policies, aligning them with economic priorities in an increasingly competitive international environment. This study critically examines the limitations of such a strategy, focusing on its strong emphasis on the economic function of education, often at the expense of its broader roles in fostering critical thinking, promoting social inclusion, and
enhancing democratic participation. The initiative primarily centers on the concept of human capital development as an investment process, promoting a narrow linkage between skills and the immediate needs of the labor market. In this light, skills policies are integrated into the EU’s broader strategic narrative for green and digital transition, reinforcing the view that lifelong
learning and continuous skills development are key drivers of productivity and innovation. However, the technocratic and instrumentalist perspective shaping EU skills policy—despite its rhetorical commitment to social justice—may risk reinforcing existing social inequalities, particularly when it fails to account for the differentiated needs and socio-economic specificities of member states and social groups. The study highlights that the Union of Skills represents both a continuation and evolution of previous EU strategies, while also introducing new, increasingly concentrated governance structures. These may further entrench the link between education and macroeconomic goals and push national policies toward convergence under a common European trajectory. Against this backdrop, the key question remains whether this policy framework can be re-signified in ways that go beyond competitiveness to genuinely promote democratic well-being, social cohesion, and personal self-actualization. The study ultimately argues for a new, holistic and human-centered approach to skills policy—one grounded in the principles of social justice, solidarity, and democracy. Education should not be confined to a purely instrumental role; as Paulo Freire once wrote, it must remain a practice
of freedom—nurturing active participation and meaningful social progress